Τι είναι το miso;
Τα τελευταία χρόνια βρίσκουμε ολοένα και συχνότερα το miso να συμμετέχει σε διάφορα πιάτα.
Η ιστορία αυτής της πάστας ξεκινάει πριν από 2500 χρόνια περίπου. Τότε άρχισαν οι Κινέζοι να παρασκευάζουν τη δική τους πάστα από ζυμωμένα φασόλια σόγιας, τη λεγόμενη "jiang". Κανείς δεν μπορεί να πει αν ανακαλύφθηκε τυχαία ή όχι. Το μόνο βέβαιο είναι ότι τα όσπρια, λόγω της μεγάλης τους περιεκτικότητας σε πρωτεϊνες, μπορούν εύκολα να υποστούν ζύμωση και να απελευθερωθεί μεγάλη ποσότητα αμινοξέων. Όταν τα αμινοξέα αυτά συνδυαστούν και με αρκετό αλάτι το προϊόν που δημιουργείται είναι πλούσιο σε umami.
Η βουδιστική θρησκεία εμπλέκεται με τη διάδοση και την εξάπλωση του μίσο στην Ιαπωνία. Καθώς προκρίνει τη χορτοφαγική διατροφή - την οποία η ιαπωνική ελίτ είχε ήδη υιοθετήσει από την περίοδο Νάρα (710 - 794) - όταν το εισήγαγαν οι κινέζοι βουδιστές ιερείς, γύρω στα τέλη του 7ου αιώνα, έγινε αμέσως αποδεκτό ως συμβατό με τη διατρφή των Ιαπώνων. Αρχικά το μίσο παραγόταν στους ναούς μόνο από τους βουδιστές ιερείς και βέβαια ήταν μια πολυτέλεια, την οποία απολάμβαναν αποκλειστικά οι μοναχοί και οι ευγενείς δεδομένου ότι φτιαχνόταν από ρύζι, που εκείνη την εποχή ήταν ακόμα τροφή για λίγους. Ωστόσο, καθώς διαδόθηκε η πίστη πως το μίσο ήταν τρόφιμο υψηλής ενεργειακής αξίας, το πρόκριναν και οι σαμουράι ως βασικό στοιχείο της διατροφής τους. Τον 8ο αιώνα πια φαίνεται να κατέχει σημαντική θέση κι έφτασε να αποτελεί ακόμη και μέρος του μισθού των κρατικών αξιωματούχων - μαζί με το ρύζι, το αλάτι, τη σόγια και άλλα είδη οσπρίων και σιτηρών. Το τι είδος μίσο έτρωγε ο καθένας ήταν ένδειξη απο ποια τάξη προερχόταν - πάντα, εξάλλου, το φαγητό ήταν δείκτης ταξικών διακρίσεων. Οι πλούσιοι γαιοκτήμονες, οι βασιλιάδες και οι σαμουράι κατανάλωναν μόνο μίσο από ρύζι, που είχε παρασκευαστεί από ακριβό, γυαλισμένο, λευκό ρύζι. Συχνά ήταν τόσο ακριβό που προσφερόταν ακόμα και ως δώρο ή ανταλλακτικό αγαθό. Απαγορευόταν, μάλιστα, στους αγρότες και στους εργάτες των αγροκτημάτων να χρησιμοποιούν το ρύζι που συγκόμιζαν για να φτιάξουν το δικό τους μίσο. Γι' αυτό και οι ασθενέστερες οικονομικά τάξεις έφτιαχναν το μίσο τους από σπασμένο ρύζι ή από άλλα δημητριακά, όπως το κεχρί και το κριθάρι. Αυτό εξηγει γιατί το πιο σκούρο μίσο, που φτιάχνεται από αυτά τα υλικά, αποκαλείται, ακόμη και σήμερα "μίσο του φτωχού". Από την περίοδο Muromachi, μετά το 1336, το μίσο "εκδημοκρατίστηκε", το χρησιμοποιούσαν όλοι, χωρίς διακρίσεις. Και έτσι έφτασε να γίνει βασικό στοιχείο της ιαπωνικής κουζίνας. Σύμφωνα, μάλιστα, με μια γιαπωνέζικη έκφραση - αντίστοιχη με αυτό που λέγαμε κάποτε και εμείς "πρέπει να ξέρει να βράσει έστω ένα αυγό" - άλλοτε μια Γιαπωνέζα έπρεπε να ξέρει να ετοιμάζει μια σούπα miso για να μπορέσει... να παντρευτεί.
Η συντήρηση τροφίμων και ποτών που προκύπτουν από τη ζύμωση ήταν για χιλιετίες μια αποτελεσματική μορφή παράτασης της διάρκειας ζωής των τροφών. Παραδοσιακά, τα τρόφιμα διατηρούνταν χάρη σε ζυμώσεις που συνέβαιναν με φυσικό τρόπο ωστόσο, η σύγχρονη παραγωγή μεγάλης κλίμακας ερευνά τη χρήση καθορισμένων starters για να εξασφαλίσει συνέπεια και ποιότητα στο τελικό προϊόν. Η ζύμωση των δημητριακών και των οσπρίων, κυρίως της σόγιας με μείγματα αλατιού, κατά τους θερμότερους μήνες, ήταν ένας συνηθισμένος τρόπος διατήρησης των τροφίμων. Αυτή η πρακτική αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά για την παρασκευή του μίσο. Το jiang, η κινέζικη πάστα σόγιας, που μετονομάστηκε "miso" από τους Ιάπωνες χρησιμοποιήθηκε και για την παραγωγή του shoyu (η γιαπωνέζικη σάλτσα σόγιας), ένα ακόμα από τα πλέον χαρακτηριστικά υλικά της γιαπωνέζικης κουζίνας.
Τι είναι το shoyu;
Τον 7ο αιώνα, οι βουδιστές μοναχοί έφεραν στην Ιαπωνία τη σάλτσα σόγιας.
Εισήγαγαν στη χώρα τη χορτοφαγία φέρνοντας μαζί τους πολλά προϊόντα με βάση τη σόγια, όπως η soy sauce. Οι Ιάπωνες τροποποίησαν την κλασική ως τότε soy sauce, δημιουργώντας μία σάλτσα σόγιας που έγινε γνωστή ως shoyu και χαρακτηριζόταν από τροποποιήσεις στη σύσταση της. Η shoyu έγινε πολύ γρήγορα το βασικό καρύκευμα της Ιαπωνικής κουζίνας παίρνοντας τη θέση του guosho, σάλτσας που παρασκευαζόταν από ψάρια.
Umami Blog
Στην ενότητα αυτή θα βρείτε χρήσιμα νέα, συμβουλές και συνταγές!
Λίγα λόγια για το Μίσο
Το μίσο, μια παστώδης ουσία που παρασκευάζεται από ζυμωμένη σόγια, σιτάρι ή ρύζι, είναι βαθιά ριζωμένο στην Ιαπωνική κουζίνα και κουλτούρα. Αν και σήμερα το γνωρίζουμε κυρίως ως βασικό συστατικό της μίσο σούπας, οι προέλευση και η χρήση του προϋπάρχουν από αιώνες. Οι αρχικές μορφές του μίσο προέρχονται από την Κίνα, όπου παρασκευάζονται παρόμοιες παστώδεις ουσίες από ζυμωμένα δημητριακά και σόγια. Το μίσο έφτασε στην Ιαπωνία κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ. μέσω των Βουδισών μοναχών και εκεί βρήκε τον τρόπο να εξελιχθεί και να προσαρμοστεί στις τοπικές γευστικές προτιμήσεις.
Συνταγή: Μίσο σούπα
Η μίσο σούπα είναι πολύ περισσότερο από ένα απλό ζεστό ρόφημα: είναι μια γαστρονομική εμπειρία που ενσωματώνει τη φιλοσοφία της Ιαπωνικής κουζίνας. Ο συνδυασμός της βαθιάς και πλούσιας γεύσης του μίσο με την απαλότητα του τοφού και την ελαφρότητα των φρέσκων κρεμμυδιών δημιουργεί μια σούπα που είναι ταυτόχρονα θρεπτική και θεραπευτική. Είτε είστε λάτρης της Ιαπωνικής κουζίνας είτε απλώς ψάχνετε για έναν τρόπο να προσθέσετε το μίσο στη διατροφή σας, αυτή η συνταγή θα σας ταξιδέψει στην καρδιά της Ιαπωνίας με κάθε γουλιά.